Λακεδαίμονας

Λακεδαίμονας
Λακεδαίμων
fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αγία Ειρήνη — I Ονομασία δέκα οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 52 κάτ.) στην πρώην επαρχία Χαλκίδας του νομού Ευβοίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Διρφύων. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 194 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονας του… …   Dictionary of Greek

  • Ανανίας — I Όνομα διαφόρων ιερωμένων και θεολόγων. 1. Αρχιεπίσκοπος Σιναίου (1661 70). Κατέφυγε στον πάπα της Ρώμης, όταν δεν κατάφερε να ανεξαρτητοποιηθεί από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων στον οποίο υπαγόταν. Καθαιρέθηκε για τον λόγο αυτό το 1670. 2. Α. Α’.… …   Dictionary of Greek

  • Γιατράκος — I Επώνυμο ιστορικής οικογένειας της Λακεδαίμονας. Γενάρχης της ήταν ο Πέτρος Μέδικος, από τον ηγεμονικό οίκο της Φλωρεντίας, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα το 1331 με τον Βάλτερ Β’ Βρυέννιο. Ο Πέτρος Μέδικος επιχείρησε να καταλάβει το δουκάτο της… …   Dictionary of Greek

  • Λακωνίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (3.636 τ. χλμ., 99.637 κάτ.) της περιφέρειας Πελοποννήσου. Καλύπτει την ιστορική και γεωγραφική περιοχή της νοτιοανατολικής Πελοποννήσου, που είναι γνωστή ως Λακωνία και Λακωνική. Ο ν.Λ. συνορεύει στα Β με τον νομό Αρκαδίας,… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • Ταϋγέτη — I Μυθολογικό πρόσωπο, μία από τις 7 Ατλαντίδες ή Πλειάδες, κόρες του Άτλαντα και της Πληιόνης. Υπήρξε μητέρα του Λακεδαίμονα από τον Δία. Σύμφωνα με παραλλαγή του μύθου, η Τ. ήταν σύζυγος του Λακεδαίμονα, από τον οποίο γέννησε τον Ίμερο και την… …   Dictionary of Greek

  • Υακίνθια — Λακωνική γιορτή που τελούσαν το μήνα Εκατομβαιώνα για να τιμήσουν τον Υάκινθο στις Αμύκλες της Λακεδαίμονας, και που διαρκούσε τρεις μέρες. Την πρώτη, που ήταν αφιερωμένη στο πένθος για το θάνατο της βλάστησης, γίνονταν θυσίες στον τάφο του… …   Dictionary of Greek

  • αλευρού — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 580 μ., 141 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονας του νομού Λακωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πελλάνας. * * * η θηλ. τού αλευράς* …   Dictionary of Greek

  • ασήμι — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Μεγάλος ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 290 μ., 1.215 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κόφινα. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 320 μ., 14 κάτ.) στην πρώην επαρχία… …   Dictionary of Greek

  • βαφείο — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 170 μ., 69 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονας του νομού Λακωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σπάρτης. Το Β. απέχει 6 χλμ. από τη Σπάρτη και είναι γνωστό για τον μεγάλο θολωτό μυκηναϊκό τάφο που βρίσκεται στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”